facebook
Γεώργιος Κ. Λάγαρης - Δικηγόρος

Γεώργιος Κ. Λάγαρης - Δικηγόρος

MSc. on International Studies

Υποψήφιος Διδάκτορας Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Email: info@lagaris.gr, lagaris@otenet.gr
ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΙΣ Εφημερίδες - ΜΜΕ Διάφορα
 
Η εξέλιξη του θεσμού των Ρυθμιστικών Αρχών
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Κυρίες και Κύριοι, Καταρχήν θέλω να ευχαριστήσω ιδιαίτερα για την τιμητική πρόσκληση να παρευρεθώ στη σημερινή ημερίδα και όλους όσους εργάστηκαν για την επιτυχή διοργάνωσή της. Μια ημερίδα που αποτελεί πλέον θεσμό και κινεί το ενδιαφέρον όχι μόνο της επιστημονικής κοινότητας αλλά και της αγοράς για τις απόψεις, τα ερεθίσματα και τους προβληματισμούς που διατυπώνονται. Είναι για μένα τιμή να συμμετέχω μεταξύ των πολύ σημαντικών και αξιόλογων ομιλητών της αποψινής ημερίδας από τον ακαδημαϊκό και τον επιστημονικό χώρο αλλά και να βρίσκομαι ενώπιον ενός σημαντικού ακροατηρίου που συμμερίζεται το αδιαμφισβήτητο ενδιαφέρον που υπάρχει γύρω από τις εξελίξεις στο χώρο της ενέργειας. Ένας τομέας καταρχήν με μεγάλο επιστημονικό και νομικό ενδιαφέρον αφού τα τελευταία μόλις χρόνια διαμορφώθηκε και μπορούμε πλέον να μιλάμε αυτοτελώς για δίκαιο της ενέργειας, που έχει αποκτήσει τη δική του υπόσταση και δυναμική. Οικονομικό ενδιαφέρον αφού στον χώρο της ενέργειας συναντάμε κινητοποίηση κεφαλαίων από μεγάλους και μικρούς παίκτες, πραγματοποιούνται επενδύσεις, δημιουργούνται θέσεις εργασίας και από το κόστος της εξαρτάται η ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και της εθνικής οικονομίας. Και βέβαια πολιτικό και γεωστρατηγικό ενδιαφέρον κάτι που και εσείς οι ίδιοι το βλέπετε να εξελίσσεται στην περιοχή σας με την κατασκευή του TAP, βλέποντας μάλιστα τον τρόπο με τον οποίο τελικά αποφασίστηκε η συγκεκριμένη όδευση και το παρασκήνιο που προηγήθηκε, με τον τερματικό σταθμό LNG στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, με το σχεδιασμό και την υλοποίηση διασυνδετηρίων αγωγών φυσικού αερίου. Με έργα δηλαδή που αναδεικνύουν την γεωστρατηγική σημασία μιας χώρας και με επενδύσεις που τις προσελκύει μια χώρα όσο παραμένει πυλώνας ασφάλειας, σταθερότητας και ανάπτυξης σε μια περιοχή. Συνθήκες που διασφαλίζονται ακόμα περισσότερο όταν η χώρα αυτή είναι και παραμένει μέρος του ευρωπαϊκού κεκτημένου. (slide 2) Η δική μου η παρέμβαση θα επικεντρωθεί στην πορεία και τη διαδρομή των ρυθμιστικών αρχών ενέργειας στον ευρωπαϊκό χώρο. Τί προκάλεσε τη δημιουργία τους; Ποια είναι η αποστολή τους; Ποια ήταν η θεσμική τους κατοχύρωση και ποιος ο ρόλος τους στο σύγχρονο περιβάλλον έτσι όπως αυτό διαμορφώνεται σήμερα μετά και τις τελευταίες πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. (slide 3) 2. Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ Η ύπαρξη του Ρυθμιστή προϋποθέτει μια ανοικτή και απελευθερωμένη αγορά ή έστω τη βούληση η αγορά αυτή να ανοίξει. Δεν χρειάζεται να υπάρχει σε μονοπωλιακές αγορές γιατί τότε δεν υπάρχει τίποτα να ρυθμίσει. Στον Ευρωπαϊκό χώρο οι ρίζες της ενεργειακής μεταρρύθμισης που θα οδηγούσε σε μια απελευθερωμένη αγορά βρίσκονται τόσο στη Συνθήκη της Ρώμης του 1957 όσο και στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη του 1987. Το έναυσμα όμως για τη δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς ενέργειας τέθηκε με την Πράσινη Βίβλο του 1995. Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990 τέθηκαν σε εφαρμογή οι πρώτες ευρωπαϊκές οδηγίες, οι οποίες περιέγραφαν τους πρώτους κανόνες μιας υπό απελευθέρωση ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας. Ήταν η οδηγία 96/92 για τον ηλεκτρισμό και λίγο αργότερα το 1998 ακολούθησε και η αντίστοιχη οδηγία 98/30 για το φυσικό αέριο. Εκεί θεσπίστηκαν οι βασικές έννοιες και αρχές πάνω στις οποίες θα στηριζόταν το δημιούργημα της εσωτερικής αγοράς ενέργειας στόχος της οποίας ήταν η εξασφάλιση μιας πιο ανταγωνιστικής, ολοκληρωμένης αγοράς, που θα προσφέρει: • περισσότερες επιλογές στους καταναλωτές με λογικές τιμές που θα ανταποκρίνονται στο κόστος • διαφάνεια και αποτροπή καταχρηστικών πρακτικών • αποδοτικές ενεργειακές υποδομές • ελεύθερη διασυνοριακή κυκλοφορία ενέργειας • εκμετάλλευση νέων ενεργειακών πηγών • ασφάλεια του εφοδιασμού Οι παραπάνω συνθήκες οδήγησαν και στην ανάγκη της δημιουργίας του ιδιαίτερου νομικού και διοικητικού μορφώματος των Ανεξαρτήτων Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας. Ανάγκη που δημιουργήθηκε για να διασφαλίσει ότι οι αποφάσεις αναφορικά με την αγορά ενέργειας θα είναι ανεπηρέαστες από εμπορικά και πολιτικά συμφέροντα δεδομένου ότι σύγκρουση συμφερόντων εμφανιζόταν στην περίπτωση που το ίδιο το Κράτος ασκούσε και επιχειρηματική δραστηριότητα με την ιδιοκτησία ενεργειακών εταιριών είτε στο χώρο του ηλεκτρισμού είτε και στο χώρο του φυσικού αερίου, φαινόμενο που παρατηρείται μέχρι και σήμερα. Ανάγκη που απαιτούσε μια ανταγωνιστική ουδετερότητα όπου κρατικές και μη κρατικές εταιρίες δραστηριοποιούνται κάτω από το ίδιο ρυθμιστικό πλαίσιο επί ίσοις όροις. Οι Ρυθμιστές συχνά εργάζονται ως διαιτητές εξισορροπώντας αντικρουόμενα συμφέροντα αλλά και πολιτικούς σκοπούς. Για το λόγο αυτό οι Ρυθμιστές έπρεπε να είναι ανεξάρτητοι και από την αγορά, την οποία και ρυθμίζουν αλλά και από την Κυβέρνηση. Φυσικά καμμία δημόσια διοίκηση δεν ήταν διετεθειμένη να εκχωρήσει έτσι αβασάνιστα μέρος των αρμοδιοτήτων της που κατείχε για πολλά χρόνια έως τότε, γι’ αυτό τα βήματα στα οποία προχωρούσε νομοθετώντας εξουσίες υπέρ των ανεξαρτήτων αρχών ήταν δειλά και φοβισμένα. Όμως καλώς ή κακώς η πορεία των πραγμάτων τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο κινήθηκε προς την αντίθετη κατεύθυνση, δηλαδή προς την περαιτέρω ενίσχυση των ανεξαρτήτων αρχών με την αναβάθμιση του ρόλου τους που εξέφευγε πλέον του συμβουλευτικού χαρακτήρα και που θα αποκτούσαν αποφασιστικές και εκτελεστικές εξουσίες. (slide 4) 3. Η ΕΔΡΑΙΩΣΗ 3.1 Οι Οδηγίες 2003/54 & 2003/55 Οι Οδηγίες 2003/54 για τον ηλεκτρισμό και 2003/55 για το φυσικό αέριο, που αντικατέστησαν τις πρώτες οδηγίες 96/92 και 98/30 προήλθαν μετά τη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στη Λισαβόνα το Μάρτιο του 2000, στην οποία απευθύνθηκε έκκληση για ταχεία ανάληψη εργασιών προκειμένου να ολοκληρωθεί η εσωτερική αγορά τόσο στον τομέα του ηλεκτρισμού όσο και στον τομέα του αερίου. Επέβαλαν στα κράτη μέλη να συστήσουν ρυθμιστικούς φορείς με συγκεκριμένες αρμοδιότητες όπως περιγράφονταν στο άρθρο 23 αυτών που είχε ως τίτλο «Ρυθμιστικές Αρχές» και ειδικότερα: «Τα κράτη µέλη ορίζουν ένα ή περισσότερα αρµόδια όργανα ως ρυθµιστικές αρχές. Οι εν λόγω αρχές είναι εντελώς ανεξάρτητες από τα συµφέροντα του κλάδου της ηλεκτρικής ενέργειας. Είναι υπεύθυνες, µέσω της εφαρµογής του παρόντος άρθρου, τουλάχιστον για τη διασφάλιση της αµεροληψίας, του ουσιαστικού ανταγωνισµού και της εύρυθµης λειτουργίας της αγοράς», ενώ στη συνέχεια απαριθμούνταν οι συγκεκριμένες αρμοδιότητες που έπρεπε να αποδοθούν στα όργανα αυτά, καταλήγοντας: «Οι εθνικές ρυθµιστικές αρχές συµβάλλουν στην ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς και ίσων όρων ανταγωνισµού συνεργαζόµενες µεταξύ τους και µε την Επιτροπή κατά τρόπο διαφανή». Οι απευθείας αρμοδιότητες που προσδιόριζαν αφορούσαν στη σύναψη συμβάσεων προμήθειας μεταξύ επιχειρήσεων που εδρεύουν σε διαφορετικά κράτη μέλη, στην ελεύθερη πρόσβαση στο δίκτυο, στον καθορισμό και την έγκριση των τιμολογίων ή της μεθοδολογίας υπολογισμού των τιμολογίων μεταφοράς και διανομής, στη διασφάλιση της ρευστότητας στην αγορά. Επίσης, διατυπώνεται και η πρόθεση της Επιτροπής να ιδρύσει έναν ευρωπαϊκό ρυθµιστικό όµιλο για την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο, ο οποίος θα αποτελέσει κατάλληλο συµβουλευτικό µηχανισµό για την ενθάρρυνση της συνεργασίας και του συντονισµού των εθνικών ρυθµιστικών αρχών ώστε να προωθηθεί η ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και αερίου και να ενθαρρυνθεί η συνεπής εφαρµογή σε όλα τα κράτη µέλη των διατάξεων των οδηγιών. Αυτή η πρόβλεψη είναι ο προάγγελος του ACER (Agency for the Cooperation of Energy Regulators), στον οποίο θα αναφερθούμε παρακάτω. (slide 5) 3.2 Η Τρίτη Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Δέσμη Η ευρωπαϊκή τάση της ενδυνάμωσης των ρυθμιστικών αρχών στην ενέργεια συνεχίστηκε και με τη λεγόμενη Τρίτη Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Δέσμη (Third Energy Package), που υιοθετήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 2009 και αποτελείται από τις Οδηγίες 2009/72 για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, 2009/73 για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και τους Κανονισμούς 713/2009 για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας, του ACER, 714/2009 σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας και 715/2009 σχετικά με τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου. Το νέο αυτό νομικό πλαίσιο λειτουργίας των ανεξαρτήτων αρχών προέβλεπε πλήρη λειτουργική ανεξαρτησία και τούτο γιατί όπως αναφέρεται στο προοίμιο των οδηγιών 2009/72 και 2009/73: «…η πείρα δείχνει ότι η αποτελεσματικότητα της ρύθμισης συχνά παρεμποδίζεται, λόγω της έλλειψης ανεξαρτησίας των ρυθμιστικών φορέων από την κυβέρνηση και της ανεπάρκειας εξουσιών και διακριτικής ευχέρειας». Για το λόγο αυτό κρίθηκε απαραίτητο η Επιτροπή: «να καταρτίσει νομοθετικές προτάσεις για την περαιτέρω εναρμόνιση των εξουσιών και την ενίσχυση της ανεξαρτησίας των εθνικών ρυθμιστικών φορέων». Με το ίδιο νομοθετικό πλαίσιο προβλέπεται πλήρης οικονομική και διοικητική ανεξαρτησία αφού πρέπει στη λειτουργία τους: «να είναι πλήρως ανεξάρτητες από οποιοδήποτε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό συμφέρον» χωρίς όμως να εμποδίζεται ο δικαστικός έλεγχος ή η κοινοβουλευτική εποπτεία σύμφωνα με το συνταγματικό δίκαιο των κρατών μελών. Τα κράτη μέλη πρέπει να συμβάλλουν μεν στην ανεξαρτησία της εθνικής ρυθμιστικής αρχής από πολιτικά ή οικονομικά συμφέροντα, αλλά θα πρέπει επίσης να μπορούν να λαμβάνουν δεόντως υπόψη και την εξασφάλιση επαρκών ανθρωπίνων πόρων και καθώς τον τρόπο σωστής λειτουργίας των οργάνων διοίκησής τους. Δεν αρκεί δηλαδή μόνο η νομοθετική πρόβλεψη του εθνικού νομοθέτη κατά την ενσωμάτωση των οδηγιών, να περιλαμβάνει το παραπάνω πλαίσιο λειτουργίας βασισμένο στην ανεξαρτησία και στην αυτονομία των ρυθμιστικών αρχών αλλά θα πρέπει το κράτος μέλος να εξασφαλίζει ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους, υλικοτεχνική υποδομή και δυνατότητες τέτοιες ώστε το πλαίσιο αυτό να υλοποιείται στην πράξη. Έχουμε για πρώτη φορά τη ρητή πρόβλεψη οι ρυθμιστές να έχουν την εξουσία να επιβάλλουν δεσμευτικές αποφάσεις στους συμμετέχοντες στην αγορά αλλά και αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις σε περίπτωση που αθετούν τις υποχρεώσεις τους. Προβλέπεται η δυνατότητα να διεξάγουν έρευνες και να συλλέγουν στοιχεία, να ζητούν πληροφορίες και να διευθετούν αντιδικίες ενώ εισάγονται συγκεκριμένοι και αυστηροί κανόνες για την υποχρεωτική συνεργασία των ευρωπαίων ρυθμιστών η οποία και ενθαρρύνεται μέσω του ACER. Στο κεφάλαιο 9 και στα άρθρα 35 έως 40 της οδηγίας 2009/72 για τον ηλεκτρισμό και στο αντίστοιχο κεφάλαιο της οδηγίας 2009/73 για το φυσικό αέριο περιγράφονται επακριβώς και με σαφήνεια οι αρμοδιότητες, ο τρόπος διορισμού, τα εχέγγυα ανεξαρτησίας που πρέπει ένα κράτος μέλος να διασφαλίζει και οι γενικοί στόχοι των ανεξαρτήτων αρχών. (slide 6) 3.3 Η Ελληνική πραγματικότητα Η ΡΑΕ είχε στην αρχή συμβουλευτικό ή γνωμοδοτικό χαρακτήρα και όλες της οι αποφάσεις υπόκειντο σε έλεγχο νομιμότητας από τον Υπουργό Ανάπτυξης σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2 του νόμου 2773/1999, με τον οποίο και συστήθηκε. Η μεγάλη τομή αναφορικά με τη ΡΑΕ στην ελληνική έννομη τάξη πραγματοποιήθηκε με την ενσωμάτωση της Τρίτης Ευρωπαϊκής Ενεργειακής ∆έσµης με τον Ενεργειακό Νόµο 4001/2011, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ στις 22 Αυγούστου 2011 (ΦΕΚ Α’ 179). Με το νόµο αυτό, µεταξύ άλλων, επαναπροσδιορίστηκε η φύση και αναβαθμίστηκε ο ρόλος της ΡΑΕ, ώστε αυτή να «…αποτελεί την εθνική ρυθµιστική αρχή σε θέµατα ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, κατά την έννοια των Οδηγιών 2009/72/ΕΚ και 2009/73/ΕΚ» (άρθρο 4 του νόµου). Σύµφωνα µε τις διατάξεις του ν. 4001/2011, η ΡΑΕ διαθέτει αυτοτελή νοµική προσωπικότητα, καθώς και διοικητική και οικονοµική αυτοτέλεια, και είναι επιφορτισµένη µε νέες, σηµαντικά αυξηµένες, εκτελεστικές αρµοδιότητες, που περιλαμβάνουν: • Την παρακολούθηση και εποπτεία της αγοράς ενέργειας • Την προστασία των καταναλωτών • Την παρακολούθηση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασµού της χώρας • Την εποπτεία επί των Ανεξάρτητων ∆ιαχειριστών Μεταφοράς • Την έγκριση τιµολογίων µη ανταγωνιστικών δραστηριοτήτων • Τη χορήγηση εξαίρεσης από υποχρεώσεις παροχής πρόσβασης τρίτων • Την παρακολούθηση πρόσβασης στις ενεργειακές διασυνδέσεις • Τη λήψη ρυθµιστικών µέτρων για την εύρυθµη λειτουργία των ενεργειακών αγορών • Τη χορήγηση αδειών εμπορίας, προμήθειας και διανομής ενώ για τις ΑΠΕ η απευθείας δυνατότητα έκδοσης αδειών είχε δοθεί ήδη με τον ν. 3851/2010. Μέχρι τότε η ΡΑΕ γνωμοδοτούσε και το αρμόδιο Υπουργείο εξέδιδε τις άδειες. Τα μέλη της Ολομέλειας της ΡΑΕ είναι ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί και εξοπλίζονται µε σηµαντικές εγγυήσεις προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τα Μέλη δεν υπόκεινται σε έλεγχο ή εποπτεία από κυβερνητικά ή άλλα διοικητικά όργανα, αλλά δεσµεύονται από το σύνολο των σχετικών διατάξεων του Ενεργειακού Νόµου, έχουν υποχρέωση τήρησης των αρχών της ανεξαρτησίας και της αµεροληψίας, και ενεργούν ανεξάρτητα από οποιοδήποτε οικονοµικό συµφέρον. Η επιλογή τους γίνεται από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας του Ελληνικού Κοινοβουλίου μετά από πρόταση του αρμόδιου Υπουργού Ενέργειας ύστερα από συγκεκριµένη και διαφανή διαδικασία προκήρυξης, µε γνώµονα την επιστηµονική τους κατάρτιση, την επαγγελµατική τους ικανότητα και την εξειδικευµένη εµπειρία τους στα θέµατα αρµοδιότητας της Αρχής. Οι πράξεις και οι αποφάσεις της Αρχής υπόκεινται μόνο σε κοινοβουλευτικό και σε δικαστικό έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν. 4001/2011, ο δε έλεγχος των δαπανών της γίνεται κατασταλτικά από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Για να αντιληφθεί κανείς τον όγκο και το εύρος των αρμοδιοτήτων της ΡΑΕ για το έτος 2016 η Αρχή πραγματοποίησε πενήντα μία (51) συνεδριάσεις της Ολομέλειας και έλαβε 634 αποφάσεις από τις οποίες το 53% αφορούσε αδειοδοτήσεις κάθε είδους, το 22% διοικητικής φύσεως θέματα, το 21% αμιγώς ρυθμιστικές αποφάσεις ενώ οι υπόλοιπες αφορούσαν γνωμοδοτήσεις και αποφάσεις επί καταγγελιών. (slide 7) 4. ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΙ ΘΕΣΜΟΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ 4.1 Οργανισµός Συνεργασίας των Ευρωπαϊκών Ρυθµιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER) Με την Τρίτη ∆έσµη Μέτρων της Ε.Ε. για την Ενέργεια (Third Energy Package), και συγκεκριµένα µε τον Ευρωπαϊκό Κανονισµό (ΕΚ) 713/2009 συστήθηκε το 2012 με έδρα τη Λιουµπλιάνα της Σλοβενίας ο Οργανισµός Συνεργασίας των Ευρωπαϊκών Ρυθµιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER - Agency for the Cooperation of Energy Regulators), όπως προαναφέρθηκε, για να συµπληρώσει και να συντονίσει το έργο των εθνικών ρυθµιστικών αρχών ενέργειας σε επίπεδο Ε.Ε., ώστε να εργαστούν από κοινού για την ολοκλήρωση της ενιαίας εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Ο ACER παρέχει στις εθνικές ρυθµιστικές αρχές ενέργειας συγκεκριµένο πλαίσιο και διαδικασίες συνεργασίας τους, σε περιφερειακό και Κοινοτικό επίπεδο, και λαµβάνει δεόντως υπ’ όψη του τα αποτελέσµατα της συνεργασίας αυτής, κατά τη διατύπωση των γνωµοδοτήσεων, συστάσεων και αποφάσεών του. Όσον αφορά στις σχέσεις του µε τις εθνικές ρυθµιστικές αρχές, ο ACER δύναται να εκδίδει ατοµικές αποφάσεις σχετικά µε τεχνικά ζητήµατα, εφ’ όσον αυτές προβλέπονται στις Οδηγίες 2009/72/ΕΚ και 2009/73/ΕΚ και στους Κανονισµούς (ΕΚ) 714/2009 και (ΕΚ) 715/2009. Επιπλέον, µπορεί να λαµβάνει µεµονωµένες δεσµευτικές αποφάσεις, σε συγκεκριµένες περιπτώσεις και υπό ορισµένες προϋποθέσεις, για διασυνοριακά θέµατα υποδοµών. Τέλος, κατόπιν αιτήµατος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο ACER εκπονεί Κατευθυντήριες Γραµµές (Framework Guidelines) που χρησιµεύουν ως βάση για την εκπόνηση των Κωδίκων ∆ικτύου (Network Codes), οι οποίοι πρόκειται να αποτελέσουν τα λειτουργικά εργαλεία της ενοποιηµένης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Το 2011, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας (REMIT) και το 2013, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 347/2013 σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις διευρωπαϊκές ενεργειακές υποδομές, ο ACER επιφορτίστηκε με πρόσθετα καθήκοντα ενώ νέοι κανονισμοί και κώδικες αναμένεται να προστεθούν στις αρμοδιότητες του Οργανισμού ACER μέσα στο 2017. 4.2 Συµβούλιο των Ευρωπαϊκών Ρυθµιστικών Αρχών Ενέργειας (CEER) Παράλληλα αλλά και πολύ νωρίτερα από την ίδρυση του ACER, συστήθηκε το CEER (Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών) που διατηρεί το διακριτό και εξέχοντα ρόλο του, ως το ανεξάρτητο όργανο συνεργασίας των ευρωπαίων Εθνικών Ρυθµιστών Ενέργειας και συµπληρωµατικό του ACER σε θέµατα προστασίας των καταναλωτών. Συστήθηκε επίσημα ως μη κερδοσκοπικό σωματείο σύμφωνα με το βελγικό δίκαιο τον Οκτώβριο του 2003, έχει 29 πλήρη μέλη: τους ρυθμιστές των 27 κρατών μελών εκτός της Σλοβακίας και τους ρυθμιστές της Ισλανδίας και της Νορβηγίας καθώς και έξι παρατηρητές: τους ρυθμιστές της Ελβετίας, του Μαυροβουνίου, του Κοσόβου, της ΠΓΔΜ και της Βοσνίας Ερζεγοβίνης. Μέσω του Συµβουλίου, οι Αρχές αυτές συντονίζουν ένα ευρύ φάσµα δραστηριοτήτων, ρυθµίσεων και ζητηµάτων αγοράς, από τα δικαιώµατα των καταναλωτών και την προώθηση της ενσωµάτωσης των ανανεώσιµων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό ισοζύγιο της Ε.Ε., µέχρι και την τεχνολογική ανάπτυξη των ηλεκτρικών δικτύων και των δικτύων φυσικού αερίου. (slide 8) 4.3 Διεθνείς – Περιφερειακές πρωτοβουλίες Τέλος, υπάρχουν το Ρυθμιστικό Συμβούλιο για την Ενεργειακή Κοινότητα (ECRB), το οποίο αποφασίστηκε µε το άρθρο 58 της Ιδρυτικής Συνθήκης της Ενεργειακής Κοινότητας, οι Ρυθμιστικές Αρχές Ενέργειας της Μεσογείου (MEDREG) με σκοπό την προώθηση ενός σαφούς, σταθερού και εναρµονισµένου ρυθµιστικού ενεργειακού πλαισίου σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, η Διεθνής Συνομοσπονδία των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ICER) με μέλη 320 Ρυθμιστικές Αρχές από όλο τον κόσμο. (slide 9) 5. Η ΕΞΕΛΙΞΗ Οι Ρυθμιστικές Αρχές στην Ευρώπη διάγουν ήδη την δεύτερη δεκαετία λειτουργίας τους με ένα μεγάλο έργο και μια σημαντική συνεισφορά. Τόσο σε επίπεδο οργάνωσης της εσωτερικής αγοράς όσο και σε επίπεδο εναρμόνισής της με το ευρωπαϊκό δίκαιο και ενδυνάμωσης της συνεργασίας με τις άλλες ρυθμιστικές αρχές για την προώθηση μιας ανταγωνιστικής, ασφαλούς και περιβαλλοντικά φιλικής εσωτερικής αγοράς για τον ηλεκτρισμό και το αέριο μέσα στην Ένωση. Το κοινοτικό δίκαιο ιδιαίτερα με τις ρυθμίσεις που εισήγαγε με την Τρίτη Ευρωπαϊκή Ενεργειακή Δέσμη, προβλέπει τη λειτουργία των ρυθμιστικών αρχών με αξιοπιστία, διαφάνεια και ανεξαρτησία για την επίτευξη των παραπάνω στόχων. Είναι όμως η λειτουργία τους απρόσκοπτη και απροβλημάτιστη; Πόσο ανεξάρτητες είναι και κατά πόσο το κράτος επιδιώκει την άσκηση εποπτείας ή και ελέγχου των δραστηριοτήτων τους; Το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (CEER) δημοσίευσε τον Δεκέμβριο του 2016, μετά από έρευνα που πραγματοποίησε με τη συμμετοχή των ίδιων των ρυθμιστών, μια έρευνα αναφορικά με το πώς διασφαλίζεται η ανεξαρτησία των ρυθμιστών κατά την ενάσκηση των εξουσιών τους και αν αυτή γίνεται με την απαραίτητη αξιοπιστία και διαφάνεια αλλά και με τους απαιτούμενους πόρους. Στόχος ήταν να διερευνηθεί αν εφαρμόζονται και ο τρόπος που εφαρμόζονται όλες οι προβλέψεις του κοινοτικού δικαίου και ιδιαίτερα οι κανόνες της Τρίτης Ενεργειακής Δέσμης. Τα ευρήματα της συγκεκριμένης έρευνας είναι ιδιαίτερα σημαντικά. Όσον αφορά στην εξουσία των ρυθμιστικών αρχών να εκδίδουν δεσμευτικές – εκτελεστικές αποφάσεις, διαπιστώθηκε ότι σε πέντε χώρες οι αποφάσεις αυτές υπόκεινται σε υπουργική έγκριση, η οποία μπορεί να τις ακυρώσει ή να τις τροποποιήσει. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι οι προβλέψεις του Τρίτου Ενεργειακού Πακέτου ενσωματώθηκαν σε εθνική νομοθεσία με διαφορετικό τρόπο σε κάθε κράτος μέλος. Σε πέντε χώρες μπορούν να δοθούν οδηγίες πάνω στη διαμόρφωση ρυθμιστικών αποφάσεων είτε από την Κυβέρνηση είτε από το Κοινοβούλιο είτε από τον αρμόδιο Υπουργό. Σε έντεκα χώρες προβλέπεται έγκριση από την Κυβέρνηση του προϋπολογισμού του Ρυθμιστή ή η Κυβέρνηση ελέγχει τα έσοδα του ρυθμιστή διαμορφώνοντας ανάλογα τα τέλη που εισπράττονται για λογαριασμό του. Σε πολλές περιπτώσεις διαπιστώθηκαν και άλλοι περιορισμοί στα έσοδα του Ρυθμιστή μέσω νομοθετικών ρυθμίσεων και περικοπών. Σε ορισμένες χώρες η Κυβέρνηση εμπλέκεται στη διαδικασία πρόσληψης του προσωπικού και στη διαμόρφωση των μισθών καθώς επίσης και στον κατασταλτικό έλεγχο των δαπανών του Ρυθμιστή, ο οποίος γίνεται όχι από κάποιον ανεξάρτητο ελεγκτή ή κάποιο Δικαστήριο, όπως στην Ελλάδα το Ελεγκτικό Συνέδριο, αλλά από την ίδια την Κυβέρνηση. Σε δύο χώρες ο Ρυθμιστής δεν έχει το δικαίωμα να διεξάγει έρευνες ή να συλλέγει στοιχεία αναφορικά με τη λειτουργία των αγορών ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου παρόλο που τα άρθρα 37 και 41 των οδηγιών 72 και 73 του 2009 το προβλέπουν. Σύμφωνα με το Συμβούλιο και δεδομένης της σημασίας που έχει η αγορά της ενέργειας στις εθνικές οικονομίες είναι απαραίτητο οι Ρυθμιστές να λειτουργούν ανεξάρτητα από την πολιτική και την αγορά, με επαρκή εχέγγυα επιλογής των καταλληλότερων για τη διοίκησή τους, με οικονομική αυτονομία και επαρκείς πόρους. Δυστυχώς όμως δεν είναι σπάνιο, ακόμα και σε χώρες που βρίσκονται στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για πολλά χρόνια, όταν εναλλάσσονται κυβερνήσεις και πολιτικές να θέλει η Κυβέρνηση άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο να εμπλέκεται στη λειτουργία του Ρυθμιστή μη αποδεχόμενη τον ανεξάρτητο και αυτόνομο ρόλο που το ευρωπαϊκό δίκαιο του διασφαλίζει του ορμώμενη από διαφορετικές ιδεολογικές αντιλήψεις για ένα περισσότερο συγκεντρωτικό κράτος ή ακόμα και εξαιτίας άγνοιας περί της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Και επιχειρείται να ελεγχθεί ο Ρυθμιστής είτε διακριτικά μέσα από την γενικότερη εποπτεία που έχει η Κυβέρνηση πάνω του είτε περισσότερο δυναμικά μέσα από τον απευθείας έλεγχο των δραστηριοτήτων του, των αποφάσεών του, τον έλεγχο των προσλήψεων και των αμοιβών του προσωπικού του, των εσόδων του, μέσα την επιλογή των προσώπων που θα την στελεχώσουν και αν αυτά έχουν όχι μόνο την επάρκεια αλλά και τα εχέγγυα αμεροληψίας ή ανεξαρτησίας ή σε ακραίες περιπτώσεις όχι πολύ μακριά από εδώ ούτε και πολύ παλιά ακυρώνοντας με νομοθετικές πράξεις αποφάσεις του. (slide 10) 6. ΟΙ ΝΕΕΣ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ Οι νέες πρωτοβουλίες της Επιτροπής αναφορικά με την Ενεργειακή Ένωση (Energy Union) και την «Καθαρή ενέργεια για όλους τους Ευρωπαίους» (Clean Energy for all Europeans), επιφυλάσσουν στους ευρωπαίους Ρυθμιστές ακόμα μεγαλύτερη ενδυνάμωση του ρόλου και των αρμοδιοτήτων τους με στόχο έως το 2020 με την εμπλοκή και του ACER να λειτουργούν και να συνεργάζονται και ως περιφερειακά κέντρα λήψης αποφάσεων. Θα κληθούν να εφαρμόσουν νέους ή τροποποιημένους ρυθμιστικούς κανόνες και νέες ρυθμιστικές πολιτικές, οι οποίες αφορούν: α) στην ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς ενέργειας, β) στην ενεργειακή ασφάλεια, γ) στην ενεργειακή αποδοτικότητα και την απεξάρτηση του ενεργειακού μείγματος των κρατών μελών από τον άνθρακα, δ) στην προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας και ε) στην ανταγωνιστικότητα. Ήδη, βρίσκεται σε εξέλιξη ο επανασχεδιασμός των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη με τη δημοσίευση του πρώτου προτεινόμενου από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή πακέτου κανονισμών και οδηγιών (Winter package) στις 30 Νοεμβρίου 2016. Σύμφωνα με το νέο πακέτο ρυθμιστικών προτάσεων ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στην ανάπτυξη των αγορών λιανικής, στον επανακαθορισμό του τρόπου συμμετοχής των ΑΠΕ, στην ανάπτυξη των δικτύων διανομής και στην προστασία των καταναλωτών. Διαπιστώνεται λοιπόν ότι το φορτίο είναι βαρύ και ο ρόλος των ρυθμιστικών αρχών απαραίτητος προκειμένου οι παραπάνω στόχοι να επιτευχθούν. Για το λόγο αυτό ο ίδιος ο ACER έχει εκδώσει ήδη από τον Ιούνιο του 2016 την υπ’ αριθμ. 1 σύσταση – πρότασή του (recommendation) για την ενίσχυση της ανεξαρτησίας τόσο του ίδιου όσο και των εθνικών ρυθμιστικών αρχών προκειμένου να ανταπεξέλθουν στις παραπάνω προτάσεις της Επιτροπής. Με την σύστασή του ο ACER προτείνει πως πρέπει να διασφαλίζονται: • Επαρκείς πόροι • Πλήρης ενσωμάτωση και εφαρμογή της υφιστάμενης κοινοτικής νομοθεσίας στα εθνικά δίκαια • Θεσμική ανεξαρτησία των ρυθμιστών με σαφή καθορισμό των ρόλων τους • Κοινοβουλευτικός και όχι κυβερνητικός έλεγχο • Συνεργασία μεταξύ συναρμοδίων αρχών και υπηρεσιών όπως για παράδειγμα οι επιτροπές ανταγωνισμού ή και άλλες που έχουν αρμοδιότητα σε θέματα που αφορούν και στην αγορά ενέργειας • Διαφάνεια και αντικειμενικότητα στην επιλογή των διοικήσεων των ρυθμιστών • Οικονομική ανεξαρτησία • Συνεργασία τόσο σε περιφερειακό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο μέσω του ACER Τα παραπάνω πρέπει να επιτευχθούν είτε με τροποποιήσεις της υφιστάμενης νομοθεσίας είτε με την έκδοση ερμηνευτικής εγκυκλίου από την Επιτροπή. (slide 11) 7. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Συμπερασματικά και λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ανωτέρω αλλά και την εμπειρία που έχει αποκτηθεί θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η δημιουργία και η ύπαρξη των ρυθμιστικών αρχών στον τομέα της ενέργειας αποτελεί ένα πολύτιμο εργαλείο τόσο για την εσωτερική έννομη τάξη όσο και για την κοινοτική και τη διεθνή. Προσφέρουν εξειδίκευση, επάρκεια και αποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση των πολύπλοκων νομικών και τεχνικών θεμάτων που παρουσιάζονται κατά τη λειτουργία της αγοράς. Αποτελούν πολύτιμο σύμβουλο για τα θέματα αυτά της οποιασδήποτε Κυβέρνησης ανεξάρτητα από το αν παραδέχονται την αναγκαιότητα της ύπαρξής τους ή όχι εφόσον το κράτος συνεχίζει να λειτουργεί με τους όρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Λόγω της εξειδίκευσης μπορούν να προσφέρουν και στον τομέα της επίλυσης διαφορών αν και η τελική παραπομπή στα Τακτικά Δικαστήρια δεν μπορεί να αποφευχθεί, ωστόσο η κρίση τους μπορεί να αποτελέσει ένα πρόκριμα. Εγγυώνται τη λειτουργία μιας ανοικτής και απελευθερωμένης αγοράς προς όφελος του καταναλωτή προσφέροντας συνθήκες ανταγωνισμού και διασφαλίζοντας ίσους όρους στην επιχειρηματική δραστηριότητα και των λοιπών συμμετεχόντων σε αυτή με την παροχή συστάσεων αλλά και την επιβολή απευθείας διοικητικών κυρώσεων, όπως χρηματικά πρόστιμα ή ανάκληση αδειών, αίροντας αρρυθμίες, αστοχίες ή και στρεβλώσεις (slide 12). (Η παραπάνω εισήγηση παρουσιάστηκε στην επιστημονική Ημερίδα που διοργάνωσαν η Νομική Σχολή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης σε συνεργασία με την Περιφερειακή Ενότητα Ροδόπης στο πλαίσιο του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών «Διεθνές και Ευρωπαϊκό Δίκαιο της Ενέργειας»)
Η εξέλιξη του θεσμού των Ρυθμιστικών Αρχών

Αρχική σελίδα | Επικοινωνία
Web design & Seo by Marinet